Κυριακή 17 Ιανουαρίου 2010
Ο Άγιος Δημήτριος
Ο Μυροβλήτης Δημήτριος, ο προστάτης των φτωχών, ο πολιούχος και υπερασπιστής της Θεσσαλονίκης, ανήκει στους πιο ένδοξους και λαοφιλείς Αγίους της Ορθοδοξίας.
Γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη, γύρω στο 280 μ.Χ., επί αυτοκράτορος Διοκλητιανού. Καταγόταν από αριστοκρατική οικογένεια.Σε νεαρή ηλικία έγινε αξιωματικός του Ρωμαϊκού Στρατού και διακρινόταν για την πολυμάθεια του, την αρρενωπή ομορφιά του, την καθαρότητα της καρδιάς του και τη γλυκύτητα του χαρακτήρα του. Τα μεγάλα ψυχικά του χαρίσματα τον οδηγούσαν στην αναζήτηση του Yψηλού, του Ωραίου, του Αληθινού και τον έφεραν στο Χριστιανισμό. Έγινε ένθερμος οπαδός της χριστιανικής αλήθειας και κήρυκας της.
Συγκέντρωνε, κρυφά, μεγάλες ομάδες χριστιανών - κυρίως νέων - στις υπόγειες στοές της λεγόμενης Χαλκευτικής Στοάς και τους δίδασκε το λόγο του Θεού. Έγινε χρυσή σάλπιγγα της Χριστιανοσύνης, μυστογράφος της Θείας Χάριτος και πολέμιος της υποκρισίας και του ψεύδους των ειδώλων.
Σε μια τέτοια μυστική, αλλά θεία συγκέντρωση, συνελήφθη και οδηγήθηκε στα ανάκτορα μπροστά στον έξαλλο αυτοκράτορα.
ο Δημήτριος στάθηκε άφοβος μπροστά του και του είπε ότι είναι από τους πιο πιστούς στρατιώτες του, αλλά είναι υποχρεωμένος να ομολογήσει - ως έντιμος υπήκοος και στρατιώτης - όλη την Αλήθεια. Είπε λοιπόν στον αυτοκράτορα:
«Η ειδωλολατρία, με τη δεισιδαιμονία της, την ψεύτικη πίστη της και την ακόλαστη ηθική της, είναι εκείνη που προπαρασκεύασε την οικογενειακή έκλυση, την κοινωνική εξαχρείωση και την πολιτική κατάπτωση. Αρνούμαι, επομένως, βασιλέα μου, να προδώσω τη Θρησκεία μου, το Χριστό μου, που όχι μόνο μου δίνει την ηθική λύτρωση και την αιώνια ζωή, αλλά ανοίγει και οδούς δόξας και ισχύος στις κοινωνίες και στα κράτη. Γιατί εξαγνίζει τις προαιρέσεις, προάγει τη δικαιοσύνη και την αυταπάρνηση , καταρτίζει τους υπηρέτες του λαού άρχοντες και τους πολίτες καθιστά φιλόνομους και πειθαρχικούς».
Ο Διοκλητιανός εξοργισμένος διέταξε να φυλακίσουν τον Δημήτριο. Ήθελε να τον αφήσουν να πεθάνει στη φυλακή από τις κακουχίες και τις στερήσεις και να μην του δώσει την ευκαιρία να αγωνιστεί στο Στάδιο και να πεθάνει από αθλητικό μαρτύριο, για να μην τον κάνει ακόμα πιο αγαπητό στους ομοπίστους του.
Εκείνες τις μέρες θα γίνονταν αθλητικοί αγώνες στο Στάδιο της Θεσσαλονίκης που θα τις τιμούσε και ο αυτοκράτορας με την παρουσία του. Ανάμεσα στους αγωνιστές ήταν και ο Λυαίος. Ο ασυναγώνιστος! Κανένας δεν ήθελε να τον ανταγωνιστεί, γιατί ήξερε το βέβαιο τέλος του.
Όταν άρχισαν οι αγώνες, ο κήρυκας ζητούσε ανταγωνιστή του Λυαίου. Κανένας όμως δεν παρουσιαζόταν. Τότε, ο αυτοκράτορας, σκέφθηκε να εκμεταλλευτεί τη δύναμη του Λυαίου κατά των χριστιανών. Με εντολή του ο κήρυκας φώναξε: «Ποιος από τους χριστιανούς, που πιστεύει στο μοναδικό Θεό του, έχει το θάρρος να αγωνιστεί με τον Λυαίο που τον προστατεύουν οι θεοί του;».
Μόλις ακούστηκε η φράση αυτή, ένας πανέμορφος έφηβος - ο Νέστωρ -π ου ήταν μαθητής του Δημητρίου, έτρεξε στη φυλακή για να συμβουλευτεί το δάσκαλο του. Του δήλωσε την απόφαση του να ανταγωνιστεί τον τρομερό και επηρμένο Λυαίο, για χάρη της πίστης του στο Θεό, και παρεκάλεσε τον Δημήτριο να προσευχηθεί για να γεμίσει με δύναμη και θάρρος.
Ο Δημήτριος προσευχήθηκε για λίγο μαζί του, τον ενθάρρυνε και τον βεβαίωσε για τη νίκη του. Οι αγώνες στο Στάδιο γίνονταν με άλλους αθλητές. Για τον Λυαίο, δεν βρισκόταν αντίπαλος. Κι όταν ο κήρυκας ξαναζήτησε αντίπαλο, τότε πετάχτηκε μπροστά του ο πανέμορφος έφηβος, με τα μάτια που έκαιγαν από τη φλόγα της πίστης.
Ο κόσμος έμεινε άφωνος. Ακόμα και οι ειδωλολάτρες που έβλεπαν στο όμορφο παλικάρι, όχι τον αγώνα, αλλά το θάνατο του. Ακόμα και ο Λυαίος αντέδρασε και θέλησε να εγκαταλείψει το Στάδιο λέγοντας: «Εγώ επαγγέλλομαι τον αθλητή κι όχι τον ασφαλή φονέα».
Ο Νέστωρ, όμως επέμενε σε σημείο που εξόργισε τον Λυαίο. Η μάχη με τα ξίφη άρχισε. Εκείνη την ώρα ο Δημήτριος προσευχόταν με θέρμη στον Κύριο του και Θεό του να κάνει το θαύμα της νίκης. Να αποδείξει τη δόξα Του στους αμαρτωλούς. Στους τυφλούς στο πνεύμα. O Νέστωρ φωνάζοντας «Θεέ του Δημητρίου βοήθα με», ρίχτηκε στη μάχη κι ενώ ο Λυαίος τον κορόιδευε, βρήκε την ευκαιρία και τον σκότωσε.
Οι ειδωλολάτρες άρχισαν να κραυγάζουν υστερικά και να ζητάνε το θάνατο του Νέστορα με αποκεφαλισμό. Ο αυτοκράτορας βρέθηκε σε δύσκολη θέση, γιατί μια τέτοια πράξη δεν γινόταν ποτέ σε αθλητικούς αγώνες. Η λύσσα, όμως, των εθνικών ήταν μεγάλη. Ήθελαν να προσθέσουν σε βάρος τους και την ατιμία.
Ο Νέστωρ ένιωθε ευτυχισμένος. Η πίστη στο Θεό του Δημητρίου είχε κάνει το θαύμα της. Τώρα μπορούσε να πεθάνει. Έσκυψε το κεφάλι του μπροστά στο δήμιο γαλήνιος, όμορφος, χαρούμενος και δέχτηκε τη λεπίδα του τσεκουριού.
Αμέσως μετά, μια ομάδα λογχοφόρων στρατιωτών πήγε στο κελί του Δημητρίου και του ανακοίνωσε ότι με διαταγή του αυτοκράτορα πρέπει να πεθάνει, γιατί πιστεύει σε ένα Θεό και γιατί ήταν διδάσκαλος του Νέστορα. Από την τελευταία φράση, ο Δημήτριος κατάλαβε ότι ο Νέστορας νίκησε. Σήκωσε το βλέμμα του και τα χέρια του στον ουρανό, ευχαριστώντας το Θεό, ενώ οι λόγχες μπήγονταν στο νεανικό κορμί του. Ο Άγιος Δημήτριος ετάφη στον τόπο του μαρτυρίου του. Από τον τάφο του ανέβλυσε μύρο. Γι' αυτό ονομάζεται και Μυροβλήτης.
Ο πρώτος που θεραπεύτηκε από το Άγιο μύρο ήταν ο Λεόντιος, έπαρχος του Ιλλυρικού. Επίσης, ο πρώην δούλος του Δημητρίου, ο Λούσιος, έκανε θαύματα με το αίμα του Αγίου που φύλαξε πάνω στο ρούχο του και με το δαχτυλίδι του.
Ο Άγιος Δημήτριος θεωρήθηκε φρουρός της Θεσσαλονίκης, της οποίας είναι ο πολιούχος. Αγωνίστηκε πάντα μαζί με το λαό της σε διάφορες επιδρομές βαρβάρων μέχρι και πρόσφατα. Πολλοί είδαν στον ουρανό τον Άγιο καβαλάρη να τους δίνει θάρρος και να τους οδηγεί στη νίκη και τη λευτεριά. Ο Άγιος Δημήτριος είναι συνώνυμος με τη Νύμφη του Θερμαϊκού. Με τη γενέτειρα πόλη του που τόσο αγάπησε.